Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2013

Άνευ ακανθών…

Κι όπως βαδίζεις στα σκληρά τα μονοπάτια, ναχεις το μετωπο ψηλά
Τον ηλιο στης κορφής τα σκαλοπάτια, θαναι παντα το αίμα που κυλά
Στου λιμενιου τις κοφτερες ξερολιθιές, την θάλασσα που σκίζουν
Θαναι αυτός, του ταλεταν σπαθιες, όταν τα  νεφη της σιωπής γυρίζουν.
Κι όταν, μετα από μαχες και πολέμους κουραστεις, δαφνοσταφανωμενη
Γυρε στην ομορφη κοιλάδα, πεσε να ονειρευτείς, με την ζωή λουσμενη
Στα γαργαρα νερα του ποταμού, με αρωματα, αγιες πνοές λεμονανθών
Αγελλου ανασα, βλέμμα ουρανού, σελίδα  ολοδική σου, «ανευ ακανθων»

Θα χει τελειωσει η ωρα του χιονιου, μια ανοιξη αγκαλία… ψυχή μου.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ

19/11/2013=18=9  τελειος αριθμός

C’ est la vie

Ήμουν  κουρασμένος, στων λουλουδιών τα πέταλα να τριγυρνάω,
Ήμουν  κουρασμένος, στα δυο σου μάτια, χάραμα να ξαγρυπνάω
Ήμουν  κουρασμένος, τότε που στέρεψε της βρύσης το θολό νερό
Ήμουν  κουρασμένος, την νύχτα σαν δεν άναψα το φως για να σε βρω
Ήμουν  κουρασμένος, στου άνεμου τη λύσσα να πονώ και να θυμώνω
Ήμουν  κουρασμένος, και της βροχής την κάθε λύπη να στεγνώνω.
Ήμουν  κουρασμένος, που έσβηνε η θλίψη το φεγγάρι από συνήθεια
Ήμουν  κουρασμένος, που έσταζε το αίμα για να γράψει την αλήθεια.
Ήμουν  κουρασμένος, τόσα που έβαφαν του νου μου το τελάρο με μαβί
Σε ένα παρόν, ελπίδες, όνειρα, το μέλλον άγνωστο ψελλίζει cest la vie
 
ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ

18/11/2013=17=8

Νανούρισμα

Του φεγγαριού το πρόσωπο, ζήλεψε την μορφή σου
και θάμπωσε του αλόγου σου, την μεταξένια χαίτη
μάταια όμως δεν μπορεί, στα πούπουλα  κοιμήσου
έχεις αγάπης φυλαχτό, του άγγελου σου την σκέπη.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
7/11/2013=14-5

Πονάει το άγγιγμα σου

Δεν ρώτησα ποτέ, πως έγινε και μάτωσε
μια σκουριασμένη  άγρια  νύχτα το φεγγάρι
Καρτερικά αγνάντευα τη χίμαιρα που πάγωσε
σαν το πουλί, σε κρύας ξόβεργας κλωνάρι.

Δεν ζήτησα ποτέ, Χριστέ να μ’ αρνηθείς,
για τρεις φορές ναυάγησα στην ξέρα
Τόξερα όμως, πως σαν θάλασσα θα ρθείς,
πειρατική στον έρμο  κάβο μου γαλέρα

Δεν χάρηκα ποτέ, ζεστό κρασί αμέθυστο
Κανάτες άδειες περπατούσαν στη ζωή μου
Νόμιζα πως θα ρχοταν δειλινό, ανέλπιστο
να φέρει βάλσαμο και μύρα στην ψυχή μου  

Δεν κιότεψα ποτέ, παλικαρίσια γύρευα
να βρω Ιθάκες, Συμπληγάδες, Θερμοπύλες
χαλάλισα τραγούδια κι ας μην πίστευα
πως ντόμπρα δεν νικάς, μα σε καμπύλες

Δεν διάβασα ποτέ, τα λόγια που μου τάζανε,
Κούφιες φωνές, φτηνές αγάπες χάδια πουλημένα 
Πίστεψα όμως μάτια σιωπηλά, που με κοιτάζανε
λάτρεψα χείλη αμίλητα, μ΄αλήθεια στολισμένα

Δεν έγραψα ποτέ, ότι μου άρπαξε, το αίμα μου
ούτε και γύρεψα ελεημοσύνη από την μοίρα
Κρατώ απόσταση για μένα, απ το ψέμα μου
Για να γλυκαίνω των χειλιών σου την αλμύρα

Δεν θα σου πω ποτέ, τραγούδια για το δάκρυ σου
ούτε πώς θα με βρεις την άνοιξη θα περιγράψω
χειμώνα μην ζητάς το βιολετί του νάρκισσου
μα κάθε Μάρτη, δώσε μου σινιάλο για να κλάψω.

Κι όταν θα βρεις που ζούσα, και που πέθανα
κρύος καπνός, μιας  άκαυτης θυσίας
Βάλε το χέρι σου αντήλιο στην ανάσα μου,
χύσε σπονδή με το κρασί της φαντασίας.

Τότε θα σηκωθούν οι πέτρες απ την κόλαση,
να γίνουν βελουδένιες αγκαλιές σε νυκτωδία
Άγγελοι θα φωτίσουν την ευτυχισμένη όαση,
για να  χορέψουν δυο ψυχές, μια μελωδία!!

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ

3/11/2013=11=2