Τετάρτη 17 Ιουλίου 2013

Serial Killer






Ετοιμάζεσαι να βγεις
Ακονίζεις τα μαχαίρια σου και ελέγχεις τα γυαλιά νυχτερινής όρασης
Έχει «κυνήγι» απόψε
Αρκετές μέρες έκατσες κλεισμένος στο σπίτι για να μη σε καταλάβει κανείς
Δεν είναι και λίγοι 48 φόνοι..
Αν και είναι πολύ λίγοι για τα χρόνια που είσαι «μπλεγμένος»
Πρέπει να ισοβαθμίσεις το σκορ με τους άλλους
Βαρέθηκες να σε λένε μαμούχαλο και αδερφή
Σήμερα όλη η πόλη θα πνιγεί στο αίμα των θυμάτων σου
Στρώνεις τα ρούχα σου και κρύβεις καλά τα ακονισμένα μαχαίρια σου
Βγαίνεις κρυφά από το παράθυρο
Κανείς στο σπίτι δεν πρέπει να καταλάβει ότι έφυγες
Μαλακά, σαν πούπουλο, προσγειώνεσαι στο πεζοδρόμιο
Χαίρεσαι πολύ για αυτή σου την ικανότητα
Το να κινείσαι αθόρυβα
Το κάνει πιο απολαυστικό..
Εκνευριστικά απολαυστικό
Κινείσαι στις σκιές
Δεν πρέπει να σε δουν..
Αλλά εσύ βλέπεις
Και μάλιστα πολύ καλά
Τα γυαλιά νυχτερινής οράσεως κάνουν τη δουλειά τους τέλεια
Και τη δική σου δουλειά ευκολότερη
Σου αρέσει να σκοτώνεις με τα μαχαίρια σου
Αυτούς τους μικρούς σουγιάδες
Σε εξιτάρει ο ήχος που κάνει η σάρκα όταν σκίζεται
Είναι σαν το θρόισμα των φύλλων, που τόσο σου αρέσει να ακούς
Αρρωστημένο, αλλά τι σε νοιάζει
Εφόσον σου αρέσει, αυτό είναι και το σωστό
Η αναζήτηση συνεχίζεται
Προτιμάς να κινείσαι σε μέρη που δε συχνάζει πολύς κόσμος
Ποιος ο λόγος να έχεις μάρτυρες;
Θα πρέπει να τους ξεφορτωθείς μετά
Και δε σου αρέσει αυτό..
Προτιμάς να διαλέγεις εσύ τα θύματά σου κι όχι το ανάποδο
Και ξαφνικά το βρήκες!
Το τέλειο θύμα
Έχει την πλάτη του στραμένη σε σένα και μασουλάει ένα κομμάτι ψωμι
Με την απίστευτη ικανότητά σου να κινείσαι παντελώς αθόρυβα, πλησιάζεις..
Φτάνεις σε απόσταση αναπνοής
Και τότε κάνεις το αγαπημένο σου..
«Χααααα», η ανάσα σου στο λαιμό του
Βλέπεις το θύμα σου να ανατριχιάζει
Σχεδόν δέχεται τη μοίρα του
Το ψωμί πέφτει στην κρύα άσφαλτο
Κι εσύ ξεκινάς το δικό σου παιχνίδι
Πάνω στην ταχύτητα παλεύεις να κρατάς και λογαριασμό
Πόσες μαχαιριές αυτή τη φορά;
Πέντε; Έξι; Ή καλύτερα Σαρανταπέντε –Σαρανταέξι;
Κάπου χάνεις το μέτρημα
Δε σε στενοχωρεί και πολύ αυτό
Θα είσαι πιο επιμελής στον άλλο φόνο
Καθαρίζεις καλά τα μαχαίρια σου, αυτούς τους μικρούς σουγιάδες και τους κρύβεις καλά
Η νύχτα μόλις άρχισε
Το «κυνήγι» συνεχίζεται
Στρίβεις στη γωνία και συνεχίζεις να περπατάς
Αθόρυβα
Δεν πρέπει να σε πάρει είδηση κανείς
Και τους βλέπεις
Μια οικογένεια
Ο πατέρας, η μητέρα και το τσούρμο ταπαιδιά
Σου τη δίνουν οι πολύτεκνες οικογένειες
Σου τη σπάνε
Εσύ δεν είχες ποτέ σου οικογένεια
Ούτε γονείς, ούτε αδέρφια
Από πολύ μικρός έπρεπε να τα βγάλεις πέρα μόνος σου
Ποτέ δε δέθηκες με κανένα
Μένεις ουσιαστικά από δω κι από εκεί
Η μόνη σου οικογένεια είναι ο εαυτός σου
Και γι αυτό, αυτοί εκεί πέρα πρέπει να πεθάνουν
Να πληρώσουν για το κενό που έχεις μέσα σου
Και αυτό θα γίνει..
ΤΩΡΑ!
Ορμάς σαν το γύπα
Σαν τα γαμψά του νύχια, τα μαχαίρια σου μπήγονται στην κοιλιά της μητέρας
Αυτή πρώτα πρέπει να πεθάνει, για τη μητρική στοργή που δεν έζησες ποτέ
Και πεθαίνει, ακαριαία
Δεύτερος ο πατέρας
Για την καθοδήγηση που δεν είχες ποτέ όταν ήσουν μικρός
Γιατί αυτός φταίει που δεν έγινες ολοκληρωμένος άντρας
Και τέλος τα μικρά
Για τα αδέλφια που δεν είχες ποτέ
Για τις αγκαλιές που έχασες, τα πειράγματα που στερήθηκες, τη στήριξη στη σκανταλιά και το παιχνίδι
Και πεθαίνουν όλοι
Από μια μαχαιριά στον καθένα
Δεν χρειάζονται παραπάνω εδώ
Είναι ηθικός ο φόνος, όχι για διασκέδαση όπως πριν
Ξανακαθαρίζεις καλά τα μαχαίρια σου, αυτούς τους μικρούς σουγιάδες και τους κρύβεις καλά
Η νύχτα συνεχίζεται
Πρέπει να πεθάνουν κι άλλοι
Πρέπει να αυξηθεί ο αριθμός
Για να σταματήσουν να σε περιγελούν
Και αυτό θα γίνει
Συναντάς ένα ζευγάρι
Είναι στα μέλια τους
Το καταλαβαίνεις από τα δώρα που ανταλλάσουν μέσα στο νάζι και τη γλύκα
Αηδία
Τα άντερά σου ανακατεύονται
Δεν αντέχεις να τους βλέπεις
Πρέπει να πεθάνουν
Δε λέει ο κόσμος: «Είναι η πιο ευτυχισμένη στιγμή της ζωής μου! Και να πέθαινα τώρα δεν θα με ένοιαζε..»
Ε, ας τους διευκολύνουμε..
Ένα σάλτο, δύο μαχαιριές
Στις καρδιές τους
Για να μάθουν
Για τον έρωτα που δεν έζησες ποτέ
Οι σχέσεις μιας βραδιάς μια στο τόσο δεν πιάνουν
Αυτές δεν έχουν συναίσθημα
Είναι καθαρά θέμα ενστίκτου
Και καύλας
Μέχρι εκεί
Καθαρίζεις καλά τα μαχαίρια σου, και τα κρύβεις
Πάντα με καθαρά μαχαίρια πρέπει να σκοτώνει κανείς
Σαν να είναι πάντα η πρώτη φορά
Όπως όταν φτιάχνεις ένα γλυκό
Πάντα καθαρίζεις το κουτάλι σου για να ανακατέψεις και το δεύτερο μπωλ
Ποτέ δεν πρέπει να ανακατευτούν οι γεύσεις
Όπως και το αίμα εξάλλου
Δώδεκα φόνοι είναι καλά για απόψε
Νιώθεις λίγο κουρασμένος
Γυρνάς προς το σπίτι
Ο ήλιος αρχίζει να ανατέλλει
Κρύβεις τα γυαλιά σου και συνεχίζεις
Έφτασες
Πρέπει να ξαναμπείς από το παράθυρο
Για να μην καταλάβει κανείς ότι το είχεις σκάσει όλη νύχτα
Με τη μοναδική σου ικανότητα να κηνείσαι αθόρυβα, σκαρφαλώνεις και μπαίνεις μέσα στο σπίτι
Καθαρίζεσαι στα γρήγορα και κατεβαίνεις προς την κουζίνα
Ο ήχος από πιατικά μαρτυρά ότι όλοι έχουν ξυπνήσει
Τους καλημερίζεις με τον τρόπο σου
Ένα μακρόσυρτο νιαούρισμα
Αυτό είναι και το σήμα για να σου σερβίρουν το πρωινό σου
Σολωμός σε κονσέρβα, το αγαπημένο σου
Τρως χαρούμενος και γουργουρίζεις σε κάθε χάδι στο κεφάλι και τη ράχη σου
Τελειώνεις το πρωινό σου και κατευθύνεσαι προς το τζάκι
Καθώς καθαρίζεσαι σκέφτεσαι: «Καλά πήγε σήμερα.. Θα ξαναβγώ κι αύριο»
Τεντώνεσαι, κουλουριάζεσαι και κοιμάσαι ευχαριστημένος..

DEMI NAK
17/1/13

Κυριακή 14 Ιουλίου 2013

Της ύπαρξης το αγέμιστο, χαμόγελο και δάκρυ

Σαν γονατίζει η νύχτα, τάχα να κάνει προσευχή στ' αστέρια, και την ανάσα της κρατά, μην την ακούσει ο Άδης που παραμονεύει, στην καμάρα της να τρυπώσει.
Τότε κοπάζει ο άνεμος να την προδώσει,
Τότε η θάλασσα της αμμουδιάς τα χείλη γλύφει,
Τότε ο ουρανός στενεύει, για να χωρέσει στις φλεγόμενες της γης λαγόνες
Τότε η ψυχή μου σπαρταράει, και από το τρέμουλο της, στάζουν μνήμες, χρόνια χαμένες.
Και τότε, μόνο το φεγγάρι, πιστό και αγνό, σβήνει κι αυτό το ταπεινό του φώς για να κρατήσει τον ρυθμό, μέσα στου Κρόνου, τα μεγάλα δαχτυλίδια.
Μόνο αυτό, ένα φεγγάρι της νυχτιάς ερωτικό, και μαγεμένο καρδιοχτύπι!!!

Όταν η μέρα ορθώνεται, κι απλώνει τα λουλούδια σε λιβάδια απάτητα, για να γεμίσει με σταγόνες, δήθεν της ζωής μας το πηγάδι, μην τύχει και κανείς δεν βρει του δρόμου της την ανηφόρα,
Τότε ασφαλίζει της καρδίας η πόρτα ολάνοιχτη, να μπουν του Ήλιου αχτίνες και την κάμαρα μας να ζεστάνουν.
Τότε αστράφτουν τα βουνά στις κορυφές, τα βλέμματα τα των αετών, που με μανία φτεροκοπούν να αγκαλιάσουν.
Τότε γρυλίζουν τα λιβάδια, και χίλιες μέλισσες βουίζοντας εδώ και εκεί, χωρίς σειρά νέκταρ μαζεύουν και κεντρί αλόγιστα προσφέρουν.  
Τότε τα΄χναρια οδηγούν ξανά τα βήματα, του κουρασμένου οδοιπόρου στης σπηλιάς την λήθη, που φως δεν φτάνει.
Μόνο εκεί, βρίσκει αναπαμό, και τις πληγές του ο καθένας γλύφοντας, λύκος αδάμαστος, με υπομονή και δύναμη επουλώνει!!

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
13/7/2013=17=8 άπειρο

Τρίτη 25 Ιουνίου 2013

Αλκυονίδες

Ένα φεγγάρι κόκκινο που ξεχειλίζει
Ξυπνάει φλογισμένα  κιτρινολουλούδια
Βαφεί την θάλασσα, ανάσες καθρεφτίζει
Άδουν σειρήνες του ερώτα τραγούδια

Βλέπει ο θεός την νύχτα και ερωτάει
Φεγγάρι, τι ζητάς στο πέρασμα σου;
Γυρεύω δρόμο, στην αλήθεια Πασιφάη
Στον ουρανό, αναζητώ το κάλεσμα Σου.

Μείναν τα χρόνια έρημα, χωρίς ημέρες
Στάλαξε ρόδο, της σελήνης το στεφάνι
Τσάκισε η θάλασσα, κορμιά στις ξέρες
Ήρθε η αυγή, και έσβησε την πλάνη.

Είναι χειμώνας, το στενό το μονοπάτι
Το πέρασμα στην άνοιξη, δυο κροτίδες
Φιλιά αποκαΐδια, τυλιγμένα στο αδράχτι
Σπέρνουν αστέρια  οι ζεστές αλκυονίδες   

Ένα φεγγάρι χρυσαφένιο που φωνάζει
Ψηλώνει ο νους, σε τόσα παραμύθια
Βροντά η καρδιά, το στήθος οργιάζει
Άκου θεέ, δεν είναι ο έρωτας συνήθεια.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
25/6/2013=19=10=1

Δευτέρα 24 Ιουνίου 2013

Κυνηγητό

Στα βλέμματα τ’ αφώτιστα, σπίθες μεθάνε,
Ματιές κουφάρια, που ποτέ τους δεν γελάνε
Πάγωσε στα βουνά της ίριδας το χρώμα
Γιατί η γριά μητέρα τους δεν τάισε ακόμα

Μάσκες πουλιών, στο πέταγμα πονάνε
Πληγώνουν και πληγώνονται, σκορπάνε
Καπέλα, νύχια, ράμφη, άκοσμο τρεχαλητό
Δεμένοι σκλαβωμένοι, σ’ άψυχο κυνηγητό.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
23/6/2013=17=8